Κατά τον Αριστοτέλη, Έλληνας είναι αυτός που έχει ελληνική παιδεία. Αν ακολουθήσουμε αυτό το νοητικό σχήμα, κατανοούμε πολύ εύκολα ότι οι διαφοροποιήσεις περί θρησκείας είναι πλέον ένα πρόσχημα. Η επιβολή της τουρκικής γλώσσας σε ελληνικό πληθυσμό επιχειρήθηκε και μέσω του σχεδίου Ανάν το 2004, αλλά απορρίφθηκε από τον κυπριακό λαό. Στη Θράκη τα πράγματα είναι διαφορετικά γιατί από τη αρχή η δειλία προκαλεί προβλήματα με επεκτάσεις. Καταντήσαμε να έχουμε Πομάκους να παρακολουθούν μαθήματα στην τουρκική γλώσσα που δεν κατέχουν διότι δεν είναι δική τους. Γι’ αυτό το λόγο και διεκδικούν ορθολογικά μια ελληνική παιδεία γιατί είναι Έλληνες εξ ορισμού σε θεσμικό πλαίσιο και είναι το πρέπον να ακολουθήσουν το αριστοτελικό πνεύμα περί παιδείας. Η ιδέα της ελευθερίας δεν εγκλωβίζεται στη γλώσσα και αγγίζει βέβαια και τη σκέψη. Με άλλα λόγια πρέπει να καταλάβουμε ότι οι πρόσφυγες που προέρχονται από τα μεγάλα κατεχόμενα έχουν δικαίωμα στη μνήμη. Και αυτά που μαθαίνουν δεν πρέπει να σβήνουν τις ρίζες τους. Έτσι και η μνήμη τους δεν μπορεί ν’ αλλάξει λόγω προγράμματος. Οι πρόσφυγες δεν ξεχνούν και απαιτούν το αυτονόητο: την επιστροφή στη γη τους που ανήκει στην Ευρώπη και δεν έχει καμία σχέση με την Ασία όσο μικρή κι αν είναι. Έτσι τα σύμβολα δεν έχουν ανάγκη από αντίγραφα. Εδώ δεν είναι Λας Βέγκας, αλλά Θράκη. Και ο εμπλουτισμός του πολιτισμού δεν μπορεί να είναι εκφυλισμός.