Η Αλεξανδρούπολη είναι δημιούργημα του Χάρτη των Ανατολικών Σιδηροδρόμων, ο οποίος έθεσε στον όρμο του Δεδέαγατς, την απόληξη της σιδηροδρομικής γραμμής του Αιγαίου. Αινίτες, Μακρινοί και Μαρωνίτες που διείδαν την αλματώδη μελλοντική της εξέλιξη, έκαναν νέα πατρίδα τον έρημο τόπο και αποτέλεσαν τον πυρήνα των πρώτων οικιστών. Αναμφισβήτητη η σπουδαιότητα της θέσης της και ο μεγάλος ρόλος που έμελλε να παίξει στην ευρύτερη περιοχή.
[…]Στον αλίμενο και κακοθάλασσο τόπο με την κατασκευή του πρώτου μικρού λιμανιού που ακολούθησε, έμελλε πολύ σύντομα «να φουντάρουν αρόδο, πλήθος βαπόρια και μεγάλα ιστιοφόρα, μπάρκα, μπαρκομπέστια και μπρατσέρες, σκούνες και μπρίκια, κάθε πορτάδας σκαριά με σουλούπια που καμάρωναν για το γάρμπος τους και τις λαμπερές αρματωσιές τους, περιμένοντάς τη σειρά τους να φορτώσουν το σιτάρι κυρίως και τα άλλα δημητριακά».
Αυτός ο εμπορικός και ναυτικός οργασμός που παρατηρήθηκε τότε ανάγκασε την οθωμανική κυβέρνηση να μελετήσει σοβαρά πλέον την κατασκευή μεγάλου λιμανιού παρά τις επιφυλάξεις που διατηρούσε για τέτοιου είδους θαλάσσιες κατασκευές μια που ο τουρκικός στόλος δεν ήταν πλέον κυρίαρχος στη θάλασσα. Μεσολάβησαν, όμως, οι Βαλκανικοί πόλεμοι και η ιδέα ατόνησε και δεν υλοποιήθηκε. Έτσι, με μόνη υποδομή το μικρό της λιμανάκι η Αλεξανδρούπολη ανταποκρίθηκε αποτελεσματικά στην μεγάλη εμπορική και ναυτιλιακή κίνηση του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου.
«Ήταν η εποχή που έφταναν στο σιδηροδρομικό σταθμό του λιμανιού πάνω από διακόσια βαγόνια σιτηρά τη μέρα, που τα ξεφόρτωναν στις μαούνες κι από εκεί στα καράβια, ένα μελισσολόι από εργάτες Τούρκους και Αρμένηδες τους πιότερους και λιγοστούς Έλληνες. Βούλιαξε ο τόπος από τις φωνές τους, τις μανούβρες των συρμών, τα παραγγέλματα των καιξήδων και το μέτρημα του σταριού χύμα με τα σνίκια».
Όμως η αλλαγή του χάρτη της περιοχής με τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας που ακολούθησε, έφεραν κάθετη ανατροπή της τάξης που επικρατούσε και τα μεγάλα λιμάνια του Πύργου και της Βάρνας έδωσαν χτύπημα θανατερό στο χωρίς υποδομή μικρολίμανο της Αλεξανδρούπολης και μείωσαν δραματικά τη διακίνηση των αγαθών που διακομιζόταν μέσω αυτού από τις περιοχές της απέραντης και πλούσιας θρακικής ενδοχώρας. Από τότε το μικρό λιμανάκι σίγησε για τα καλά και δεν ξαναβρήκε τους ρυθμούς του. Οι φωνές των αρκάδων χαμήλωσαν στην αποβάθρα του και το πολύβοο εργατικό μελισσολόι άλλαξε κυψέλη. Το έτος 1932 η «Θρακική στοά» επισημαίνει τον «αργό» του θάνατο.
[…]Το έτος 1934 άρχισαν οι εργασίες κατασκευής του νέου μεγάλου λιμανιού που αγκάλιασε στον κόρφο του το πρώτο ιστορικό λιμανάκι. Στη συνέχεια, με τη φροντίδα και τις φιλότιμες προσπάθειες όλων των προέδρων και λιμενικών επιτροπών που ακολούθησαν, έγιναν πολλά και σπουδαία έργα που άλλαξαν και βελτίωσαν την όψη του λιμανιού. Έλειπε, όμως, όπως φαίνεται, ο μεγαλόπνοος σχεδιασμός που θα έδινε τη θεαματική ώθηση.
[…]Το μέλλον, όμως, που σήμερα φαίνεται πολύ πιο κοντινό μπορεί και πρέπει να το διεκδικήσει δυναμικά η πόλη που γεννήθηκε στο σταυροδρόμι των λαών. Είναι επιταγή των καιρών και συμφέρον τοπικό και εθνικό, για την τόνωση της οικονομίας και τη θωράκιση της ακριτικής περιοχής της Θράκης. Η Αλεξανδρούπολη έχει τις φυσικές προϋποθέσεις που απαιτούνται και μπορεί να κάνει το μεγάλο άλμα που επιτάσσουν οι καιροί. Η προνομιακή της θέση ορίζει το σημείο που τέμνονται δύο νοητοί άξονες από τη δύση στην ανατολή και από το βορρά στο νότο και της δίνουν τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε σπουδαίο κομβικό σημείο, μέσα στο ευρύτερο μεσογειακό και ευρωπαϊκό δίκτυο των συγκοινωνιακών και αναπτυξιακών αρτηριών. Ας τολμήσουν, επιτέλους, οι αρμόδιοι και το κέρδος οπωσδήποτε θα είναι πολλαπλό.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Τερζής, Α.Δ. «Αλεξανδρούπολη: Ιστορικά Ανάλεκτα». Σελ. 39-42, 2004.