Στα νοτιοανατολικά παράλια της Θράκης, ανάµεσα στον Ίσµαρο και τον Έβρο, Έλληνες άποικοι από τη Σαµοθράκη κτίζουν στα τέλη του 7ου αι. π .Χ. µια σειρά από φρούρια-πόλεις, που ο Ηρόδοτος ονοµάζει «Σαµοθρηίκεα τείχεα».
Οι αποικίες αυτές, που αποτελούσαν την Περαία της Σαµοθράκης, εκµεταλλεύθηκαν στο έπακρο τη δυνατότητα που προσέφερε η περιοχή αυτή για έλεγχο των περασµάτων από ανατολή προς δύση και πρόσβαση στην ενδοχώρα και προσέφεραν αστικές υπηρεσίες και εισαγόµενα καταναλωτικά αγαθά, στην γρήγορα αναπτυσσόµενη ελίτ του θρακικού Βασιλείου των Οδρυσών. Ήταν µια καίρια επιλογή, η οποία για αρκετούς αιώνες απέφερε πλούτο και δύναµη, και συνέβαλε στον εξελληνισµό των Θρακών της περιοχής, όπως επιβεβαιώνουν τα ευρήµατα από την ανασκαφική έρευνα στη Ζώνη.
Οι αρχαίες πηγές αναφέρουν τη Μεσηµβρία, τη Δρυ, τη Ζώνη, τη Σάλη και αργότερα, στα ρωµαϊκά χρόνια, την Τέµπυρα και το Χαράκωµα.
Πολύχρονη έρευνα πεδίου σε συνδυασµό µε πρόσφατα ανασκαφικά δεδοµένα οδήγησαν σε νέες απόψεις για την ταύτισή τους ανατρέποντας τα όσα πιστεύαµε παλαιότερα.
Σήµερα ξέρουµε πλέον ότι η µόνη από αυτές τις αρχαίες πόλεις που έχει αποκαλυφθεί και ανασκάπτεται συστηµατικά είναι η Ζώνη, η σηµαντικότερη και ακµαιότερη από τις αποικίες της Σαµοθράκης και όχι η Μεσηµβρία όπως πιστεύαµε παλαιότερα.
Στα δυτικά και στα Βόρεια της Ζώνης πιστεύουµε ότι βρίσκονται η Δρυς και η Μεσηµβρία
αντίστοιχα. Το ακρωτήριο Σέρρειο είναι η απόληξη του όρους Ίσµαρος και σηµατοδοτεί παράλληλα το δυτικό όριο της Περαίας. Ο σύγχρονος οικισµός της Μάκρης ταυτίζεται σήµερα µε την αρχαία Σάλη, ενώ η Αλεξανδρούπολη µε την αρχαία Τέµπυρα. Για το Χαράκωµα τέλος πιστεύουµε ότι τοποθετείται κοντά στα Λουτρά της Τραϊανούπολης. Νοτιοδυτικά του σηµερινού οικισµού Δίκελλα, αρχαιολογικός χώρος γνωστός επίσης εδώ και πολλά χρόνια, µπορεί να αποδοθεί στην ανεξάρτητη πόλη Ορθαγόρεια. Η ίδρυσή της σχετίζεται µε την επικράτηση των Μακεδόνων στην περιοχή αυτή και τη σηµασία που έδωσαν στον έλεγχο των περασµάτων από την Ανατολή προς τη Δύση.
Τρεις ορεινές διαβάσεις συνδέουν όλες αυτές τις πόλεις και εξασφαλίζουν την επικοινωνία από την ανατολή προς τη δύση και από τη θάλασσα προς τη θρακική ενδοχώρα. Η ανατολικότερη από αυτές στα Β.Α. της Ζώνης αντικαταστάθηκε αργότερα από την αρχαία Εγνατία Οδό, τον περίφηµο στρατιωτικό δρόµο που κατασκεύασαν οι Ρωµαίοι µεταξύ 146 - 120 π.Χ.
Αξιοσηµείωτη είναι επίσης η ύπαρξη πολλών οχυρωµατικών θέσεων που εντοπίστηκαν στην ορεινή περιοχή ανάµεσα στους σύγχρονους οικισµούς της Μάκρης και της Μαρώνειας. Πρόκειται για ακροπόλεις προστατευµένες µάλιστα µε οχυρωµατικούς περιβόλους, που έχουν άριστη οπτική επαφή όχι µόνο µεταξύ τους, αλλά και µε τους δύο κάµπους, της Κοµοτηνής και της Αλεξανδρούπολης και µε το Θρακικό πέλαγος. Παράλληλα αποτελούν και την απόδειξη της σηµασίας της στρατηγικής και πολιτικής επιλογής των θέσεων όλων των αποικιών της Σαµοθράκης και κύρια της Ζώνης που κατείχε, όπως φαίνεται από τα ευρύµατά της, ηγετική θέση ανάµεσά τους.
Περίπου 1,5 χλµ. δυτικά της αρχαίας Ζώνης εντοπίστηκαν 2 αρχαία λατοµεία ασβεστολίθου µε εντυπωσιακά σήµερα αποµεινάρια επεξεργασίας του υλικού τους, κλιµακωτά επίπεδα εξόρυξης και ίχνη από αξίνες και λιθοπρίονα.
Στα λατοµεία αυτά µπορεί να φτάσει κανείς ακολουθώντας πινακίδες κατεύθυνσης που ξεκινούν από τον αρχαιολογικό χώρο της Ζώνης.
Η κοιλάδα των Πετρωτών αποτελεί το δυτικό τµήµα της Περαίας της Σαµοθράκης. Ένα κτιριακό συγκρότηµα ρωµαϊκών χρόνων που πιθανόν να αντικατέστησε παλαιότερο ελληνιστικής εποχής, αλλά και ένας µικρός προϊστορικός οικισµός και τα ερείπια ενός µµεσαιωνικού πύργου συµπληρώνουν την εικόνα της οικιστικής εξέλιξης στην περιοχή και δίνουν παράλληλα το στίγµα της συνεχούς κατοίκησής της, αλλά και του στρατηγικού και πολιτικού ενδιαφέροντος που πάντοτε είχε.
Σε απόσταση 4 χλµ. βόρεια βρίσκεται ο σύγχρονος οικισµός των Πετρωτών. Ο εντυπωσιακός βράχος που τον προστατεύει από τα βόρεια είναι ορατός από µεγάλη απόσταση. Η περιοχή είχε επίσης διαχρονικό ενδιαφέρον καθώς η αρχαιολογική έρευνα εντόπισε ίχνη προϊστορικής κατοίκησης στην κορυφή του, αλλά και Βυζαντινής οχύρωσης στη βάση του.
Περίπου 3 χλµ. βορειότερα µπορεί κανείς να δει την εντυπωσιακή κορυφή, γνωστή µε το όνοµα Βράχος. Και εδώ διαπιστώθηκε αρχαίο λατοµείο πυριτόλιθου που λειτουργούσε ήδη κατά τη µέση Παλαιολιθική (100.000 - 33.000) και Νεολιθική εποχή (7.000 - 2.800), αλλά και ερείπια περιβόλου της ύστερης εποχής του Χαλκού (1600 - 1100 π.Χ.), καθώς και ερείπια κτισµάτων χρηστικού και λατρευτικού χαρακτήρα που σύµφωνα µε τις επιφανειακές ενδείξεις χρονολογούνται στην πρώιµη εποχή του Σιδήρου (1100 - 900 π .Χ.), στην Κλασική (490 - 330 π.Χ.) και στην Ελληνιστική εποχή (330 - 30 π.Χ.).
Όλη αυτή η περιοχή και µαζί της και η ανθηρή οικονοµία της Ζώνης παρακµάζει σταδιακά µετά τα τέλη του 4ου Π.Χ. αι., καθώς τα αθηναϊκά συµφέροντα που κυριαρχούσαν εδώ δέχτηκαν ισχυρό πλήγµα µετά την επικράτηση των Μακεδόνων αρχικά και των Ρωµαίων στη συνέχεια.
Ωστόσο τα πλούσια ευρύµατα της Ζώνης αποτελούν την ανάµνηση µιας καθοριστικής ιστορικής περιόδου για την περιοχή αυτή της νοτιοανατολικής Θράκης.